Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2012

Όπου πάνε τα κύματα!!!!

"Ένα μικρό ψαροκάικο είναι η ζωή μου. Ένα μικρό φθαρμένο ψαροκάικο που έχει σμαραγδιά φεγγάρια στο κατάρτι του κι έναν ξεσκούφωτο ήλιο αληταρά για τιμονιέρη. Ένα ψαροκάικο, δίχως ρότα. "Πού πάμε καπετάνιο;", με ρωτάει ο τιμονιέρης και μου κλείνει το μάτι. "Όπου παν' τα κύματα", λέω επίσημα, εγώ. Και τα σμαραγδιά φεγγάρια που είναι στο κατάρτι, σκάνε σαν ρόδια στην κουβέρτα. Κι ο ξεσκούφωτος ήλιος ο αληταράς, παρατάει το τιμόνι του και χορεύει. Κι η νύχτα γεμίζει χιλιάδες ήλιους αληταράδες. Κι η ψυχή μου γεμίζει νύχτες πολύχρωμες. Γεμίζει σμαραγδιά φεγγάρια και θαλασσινά πουλιά. Πού να χωρέσουν μέσα μου όλ' αυτά; Πού να στριμωχτούν, π' ανάθεμά τα"

"Σκισμένο ψαθάκι" Αλκυόνη Παπαδάκη

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2012

Το δώρο της παπλωματούς

Μία γυναίκα, που κανείς δε γνώριζε από πού και πότε εμφανίστηκε στην πολιτεία, ζούσε σ΄ ένα μικρό σπιτάκι στο βουνό και μέρα νύχτα δούλευε και έφτιαχνε τα πιο όμορφα παπλώματα που είχανε ποτέ υπάρξει. Πλήθος πλουσίων ανέβαιναν στο σπίτι της προσφέροντάς της τεράστια χρηματικά ποσά, για να τους φτιάξει ένα από τα μαγικά της παπλώματα. Η ίδια ευγενικά απαντούσε ότι δεν τα είχε για πούλημα. Και αργά το βράδυ τριγυρνούσε στα σκοτεινά στενά και τα χάριζε σε άστεγους και σε όποιον έκρινε ότι τα είχε ανάγκη.
Στην ίδια πολιτεία ζούσε και ένας βασιλιάς, που το μόνο που γέμιζε την άδεια του ζωή ήταν ένα: τα δώρα. Κανένα δώρο όμως δεν τον ικανοποιούσε, κανένα δεν του έφτανε, όλο ήθελε κι άλλα. Έτσι σοφίστηκε έναν νέο νόμο και γιόρταζε τα γενέθλιά του δυο φορές το χρόνο. Κανένας από την πολιτεία του δεν εννοείτο να μην του προσφέρει κάτι, ό, τι κι αν ήταν αυτό. Γι΄ αυτό μόλις πληροφορήθηκε πως υπήρχε μία παπλωματού με τόσο μεγάλη μάλιστα φήμη και δεν του είχε δώρισε ένα από τα παπλώματά της, το απαίτησε μόνος του. Η παπλωματού, πάντα ευγενικά και καλοσυνάτα, αρνήθηκε.
Η ποινή ήταν να την κλείσουν σε μία σπηλιά με μια πεινασμένη αρκούδα.
Ο βασιλιάς, που παρά την απληστία του δεν ήταν κακός, μετάνιωσε και όταν πήγε να την ελευθερώσει, την είδε να πίνει τσάι με το άγριο θηρίο, που η γυναίκα του έφτιαξε με το σάλι της ένα μαλακό μαξιλάρι.
Αμέσως μετάνιωσε για την απόφασή του να την ελευθερώσει και μία νέα ποινή την περίμενε: την παράτησε σε ένα νησί τόσο μικρό, που με τα βίας χωρούσαν και τα δυο της πόδια.
Και πάλι όμως, μετανιωμένος από την πράξη του, αποφάσισε να την ελευθερώσει. Προς έκπληξή του την είδε πάνω σε ένα δέντρο, να ράβει από το γιλέκο της παλτουδάκια στα σπουργίτια. Αυτά ήταν που την μετέφεραν εκεί.
Και τότε έκαναν μια συμφωνία: «..θα πρέπει προτού σου φτιάξω το πάπλωμα, να χαρίσεις όλα όσα έχεις μαζωμένα στο παλάτι σου. Και με το κάθε δώρο που θα αποχωρίζεσαι, εγώ θα μεγαλώνω κατά ένα περισσότερο κομμάτι το πάπλωμά σου». 




Ο βασιλιάς διστακτικά ξεκίνησε με το πρώτο δώρο. Κι έπειτα έδωσε και δεύτερο και τρίτο και «κάτι σαν χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του». Η χαρά που έδινε στους άλλους μοιράζοντας τα υπάρχοντά του τον έκανε άλλο άνθρωπο! Ταξίδεψε σ΄ όλο τον κόσμο χαρίζοντας ό, τι είχε και δεν είχε. Κι όταν πια δεν του έμεινε τίποτα, η παπλωματού του χάρισε το πάπλωμά του. Και, παρόλο που τα ρούχα του ήταν κουρελιασμένα και ήταν πάμφτωχος, ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος που είχε δει ποτέ στη ζωή της! Δέχτηκε λοιπόν και κείνη με χαρά τον θρόνο του, που της τον πρόσφερε: «είναι ό, τι πιο αναπαυτικό για κάποια που περνά της ώρες της ράβοντας», της είπε.
Κι από τότε ήταν εκείνος που τα βράδια έψαχνε στα στενά σοκάκια της πόλης τον άνθρωπο που είχε την μεγαλύτερη ανάγκη, για να του χαρίσει ένα από τα παπλώματα της γυναίκας.
«Και πάντα η καρδιά του ήταν γεμάτη από χαρά και ευτυχία και από τότε το γέλιο ποτέ δεν του έλειψε».
……………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγκυρα. Συγγραφέας Τζέφ Μπριμπό. Εικονογράφος Γκέιλ ντε Μάρκεν.

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

Γράμμα όπως ακριβώς μας εστάλη ........

To μεταφέρουμε όπως ακριβώς μας εστάλη από την καλή μας φίλη Αναστασία.
Κατάντια δεν είναι να σε αναγκάζουν κάποια ανάλγητα κτήνη με γραβάτες και πολυτελή αυτοκίνητα να ζητάς λίγα τρόφιμα, για να μην πεθάνουν τα παιδιά σου απ' την πείνα.  
Κατάντια είναι να αδιαφορείς εσύ που έχεις ακόμη να φας γι' αυτά που συμβαίνουν γύρω σου.  
Κατάντια είναι να μιλάς ακόμη για ''σωστούς δρόμους'' και για ''σωτηρία που επετεύχθη'' και να απαιτείς συνεχώς καινούργιους φόρους και καινούργια χαράτσια, για να δώσεις στους πολίτες αυτό που τους ανήκει: το φάρμακο, την ιατρική περίθαλψη, την τροφή, τη ζωή την ίδια, την αξιοπρέπεια.        

 Κατάντια είναι να βάζεις το αφορολόγητο στο 1/4 του δικού σου μισθού και μετά να παριστάνεις - ενώ είσαι εταίρος της κυβέρνησης - τον προστάτη των αδύναμων.
Υπάρχει έντονη αβεβαιότητα και φόβος για το τι μας ξημερώνει, ωστόσο αυτό που πρέπει να μας φοβίζει περισσότερο είναι μήπως πάψουμε να είμαστε άνθρωποι - μήπως μας ΚΑΤΑΝΤΗΣΟΥΝ σαν τα μούτρα τους: κουρέλια με ανθρώπινη όψη που σέρνονται, όπως διατάζει το αφεντικό τους. 
 Πίστεψαν ότι δεκαετίες τώρα το είχαν καταφέρει, ότι μας είχαν αποκόψει από την ανθρωπιά μας, την ελληνική ψυχή μας και βάλθηκαν να μας εξοντώσουν και βιολογικά. Όμως, απέτυχαν.
Τα χρόνια, οι στιγμές που ζούμε το αποδεικνύουν: είναι τόσο δύσκολες οι στιγμές που ζούμε, ώστε έλιωσαν το γρανίτη που είχε παγιδεύσει τον αληθινό πυρήνα μας, την ψυχή μας. 
 Μπορούμε ακόμη και αισθανόμαστε, μπορούμε ακόμη και πονάμε και ο πόνος είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ότι ζεις ακόμη, ότι είσαι ακόμη άνθρωπος και θα παραμείνεις άνθρωπος.
Αυτή η ανθρωπιά είναι ο μεγαλύτερος εχθρός τους, όπως σε κάθε εποχή τρόμου και ζόφου που επέβαλαν στην ανθρωπότητα. Πάντα το φως της ανθρωπιάς ήταν που τους τρομοκρατούσε. 
 Γιατί οι μικροσκοπικές φωτιές ανθρωπιάς που ανάβουν εδώ κι εκεί είναι που όλες μαζί κρατούν ζωντανή την ανθρωπότητα, που φωτίζουν τη σκοτεινιά της εποχής, που σαν σινιάλα υποδεικνύουν την έναρξη της αλλαγής, του αγώνα για την ανατροπή και για το καλύτερο.
Κάθε άνθρωπος είναι η εστία του φόβου τους, η εστία της ελπίδας.   


Κάθε άνθρωπος μπορεί να δώσει με μια μικρή κίνησή του τη φλόγα της ελπίδας που λυσσομανούν να σβήσουν.  
Κάθε άνθρωπος μπορεί να γίνει στήριγμα για έναν άλλο. 
 Κάθε άνθρωπος μπορεί να γίνει λιθαράκι για την ήττα τους, γιατί πλέον απομένει να πέσει η πρώτη πέτρα πάνω στο ανίερο οικοδόμημά τους.
Μην περιμένουμε να ενδιαφερθεί κανείς άλλος για τους συνανθρώπους μας.  
Το ελληνόφωνο κράτος δεν ενδιαφέρεται παρά μόνο για την ''ανακούφιση'' των εγχώριων και των διεθνών αρπακτικών που ζεσταίνονται με τις φλόγες που καίνε ανθρώπινα πτώματα.  
Μόνο εμείς μπορούμε να βοηθήσουμε τους συνανθρώπους μας και τους εαυτούς μας, γιατί η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη που δείχνουμε εμείς πανικοβάλλει τα όρνεα, γιατί τους αποδεικνύει ότι η αντίδραση, η αντίσταση σιγοκαίει ακόμη και γίνεται σταδιακά πυρκαγιά... 

Συνολικές προβολές σελίδας

Ο Καιρός.

....για να δούμε τι θα δούμε στην Τ.V.......

me